Oncotype DX και MammaPrint
Oncotype DX και MammaPrint
Πρόκειται για το μέλλον της θεραπείας του καρκίνου του μαστού. Αυτά τα δύο γενομικά (ή γονιδιακά) τεστ - υπάρχουν και άλλα, αυτά είναι τα πιο γνωστά και πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα – έχουν στόχο να καθορίσουν -σε αμφίβολες περιπτώσεις – αν η χημειοθεραπεία θα βοηθήσει μια συγκεκριμένη ασθενή.
Για να αποφασίσουμε αν θα χορηγήσουμε χημειοθεραπεία μας ενδιαφέρουν τα εξής: ηλικία, μέγεθος και τύπος του όγκου, κατάσταση λεμφαδένων, grade του όγκου, κατάσταση των υποδοχέων οιστρογόνων, προγεστερόνης και HER 2. Συνήθως με τη γνώση των παραπάνω στοιχείων μπορούμε να αποφασίσουμε αν η χορήγηση χημειοθεραπείας θα βοηθήσει ή όχι την ασθενή μας.
Υπάρχουν όμως κάποιες περιπτώσεις που το παραπάνω δεν είναι εφικτό, όσα στοιχεία και αν διαθέτουμε. Γνωρίζουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η χημειοθεραπεία δεν θα προσφέρει κάτι παραπάνω, αντιθέτως, οι επιπλοκές και οι κίνδυνοι μπορεί να είναι μεγαλύτεροι από το όποιο όφελος. Αφορούν συνήθως γυναίκες με σχετικά μικρούς όγκους, χωρίς λεμφαδενικές μεταστάσεις, ορμονικά ευαίσθητους και HER 2 αρνητικούς.
Σε αυτές τις περιπτώσεις τα δύο γενομικά τεστ μπορούν να μας βοηθήσουν. Με αυτά τα τέστ, το Oncotype Dx και το MammaPrint, βλέπουμε με περισσότερη λεπτομέρεια τα καρκινικά κύτταρα του συγκεκριμένου όγκου της κάθε γυναίκας και αναγνωρίζουμε πόσες και ποιες μεταλλάξεις υπάρχουν σε αυτά. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να γνωριζουμε πόσο επιθετικός είναι ο συγκεκριμένος καρκίνος γενετικά και σε περίπτωση που όντως είναι επιθετική μορφή τότε η χορήγηση χημειοθεραπείας βοηθάει, γι' αυτό και δίνεται. Παίρνουμε ένα σκορ, λοιπόν,που κατατάσσει τη γυναίκα σε τρεις βαθμίδες: χαμηλού, ενδιάμεσου και υψηλού κινδύνου για υποτροπή. Γυναίκες με χαμηλό σκορ δεν παίρνουν χημειοθεραπεία, ενώ αυτές με υψηλό σκορ – άρα υψηλό κίνδυνο για υποτροπή της νόσου – παίρνουν χημειοθεραπεία. Το πρόβλημα είναι οι γυναίκες ενδιάμεσου κινδύνου για υποτροπή, καθώς αυτές μπορεί να λάβουν ή όχι χημειοθεραπεία. Θα πρέπει αυτές οι ασθενείς να συζητούν με τον γιατρό τους που να τους εξηγεί τους κινδύνους αλλά και τα πιθανά οφέλη και να συναποφασίζουν τη θεραπευτική στρατηγική.
Αν και λίγες σχετικά γυναίκες χρειάζεται να υποβληθούν σε αυτά τα γενομικά τεστ, εντούτοις είναι κάτι καινούργιο και είναι το μέλλον: η εξατομίκευση της θεραπείας. Κάθε γυναίκα θα λαμβάνει τη θεραπεία που ταιριάζει καλύτερα στη νόσο της.